Παγκόσμιος τρόμος έχει προκληθεί από τη πιθανή συμμαχία του Ισλαμικού Κράτους με την Αλ Κάιντα, κάτι που και στο παρελθόν έχει παρατηρηθεί από "ανταλλαγές" μελών μεταξύ των οργανώσεων. Η δολοφονία, χωρίς αποδείξεις ως τώρα, του ηγέτη του ISIS, σίγουρα δεν απομακρύνει την απειλή της τρομοκρατίας, αλλά αντίθετα την ενισχύει στην μορφή αντίποινων για τα δυτικά χτυπήματα σε δομές της ισλαμιστικής τρομοκρατικής οργάνωσης.
Είναι έτοιμη η ΕΕ και οι ΗΠΑ για ένα νέο κύμα τρομοκρατικών επιθέσεων; Οι μοναχικοί λύκοι και οι πυρήνες της τρομοκρατίες στα Βαλκάνια και σε ευρωπαϊκές χώρες παραμένουν ενεργοί και η λογική λέει ότι προετοιμάζονται για νέα χτυπήματα. Σε συνδυασμός με τις αυξημένες ροές, ο έλεγχος γίνεται σχεδόν αδύνατος με αποτέλεσμα η ασφάλεια να απειλείται άμεσα από τον ισλαμιστικό φανατισμό και την εξ ανατολάς βαρβαρότητα.
Λίγες ώρες χρειάστηκε ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ για να ανακοινώσει την απόσυρση των αμερικανικών δυνάμεων από τις περιοχές της Συρίας, στις οποίες ποθούσε διακαώς να εισβάλει ο Τούρκος ομόλογός του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Aλλαξε έτσι την επί σειρά ετών πολιτική των ΗΠΑ στην περιοχή της Μέσης Ανατολής και έδωσε… μπόνους σε τέσσερις κλασικούς αντιπάλους της χώρας του.
Όπως αναφέρει η «κυριακάτικη δημοκρατία» η κίνηση Τραμπ επέτρεψε στον Σύρο πρόεδρο Μπασάρ αλ Aσαντ να επεκτείνει τις περιοχές ελέγχου του και να μετατραπεί έτσι στον μόνο ηγέτη που επιβίωσε της Αραβικής Aνοιξης, αποτελώντας πλέον αποδεκτό από τις μεγάλες δυνάμεις παράγοντα στην περιοχή, στο Ιράν, παραδοσιακό σύμμαχο του συριακού καθεστώτος.
Επίσης, επέτρεψε να αποκτήσει έναν μακρύ διάδρομο τροφοδοσίας προς τη Χεζμπολάχ στον Λίβανο, στη Ρωσία την εδραίωσή της ως την κύρια ξένη δύναμη στη Συρία και στο Ισλαμικό Κράτος (Ι.Κ. – ISIS) τη δυνατότητα να ανασυγκροτηθεί και να αναδυθεί μέσα από τις στάχτες των κουρδικών δυνάμεων, που έχουν στρέψει το ενδιαφέρον τους στον πόλεμο με τους Τούρκους. Και παρά το γεγονός πως η συριακή… γεωγραφία δεν έχει απασχολήσει ποτέ ιδιαίτερα τη Δύση -στην ουσία της, τουλάχιστον-, η πιθανότητα ανασύνταξης της τζιχαντιστικής οργάνωσης τρομοκρατεί Ευρώπη και ΗΠΑ.
Είναι πανθομολογούμενο ότι η φερόμενη εξουδετέρωση του ηγέτη των τζιχαντιστών Αμπού Μπακρ αλ Μπαγκντάντι κατά τη διάρκεια αμερικανικής επιχείρησης το προηγούμενο Σάββατο επέφερε ένα αξιοσημείωτο πλήγμα στο Ισλαμικό Κράτος, ωστόσο σε καμία περίπτωση η συγκεκριμένη εξέλιξη δεν μπορεί να σημάνει το τέλος της οργάνωσης και της ισλαμιστικής βίας. Άλλωστε, σε πολλές ευρωπαϊκές πρωτεύουσες οι Αρχές έλαβαν αυξημένα μέτρα ασφαλείας υπό τον φόβο πιθανών επιθέσεων αντεκδίκησης από «μοναχικούς λύκους».
Οι γνωρίζοντες συμφωνούν ότι το Ι.Κ. έχει ακόμα μαχητές, οι οποίοι ίσως είναι ηττημένοι ή προσώρας αδύναμοι, ωστόσο παραμένουν εξαιρετικά επικίνδυνοι. Όπως πολύ εύστοχα σημείωσε ο επικεφαλής των βρετανικών ενόπλων δυνάμεων, στρατηγός εν αποστρατεία, σερ Ρίτσαρντ Μπάρονς, «είναι μια οργάνωση που έχει εξαπλωθεί πολύ και αναλαμβάνει την ευθύνη για περίπου δέκα επιθέσεις καθημερινά ανά την υφήλιο».
Παραμένουν 14.000 τζιχαντιστές στη Συρία
Ακόμα και στο συριακό έδαφος όμως, όπως επισήμανε ο Ρεπουμπλικάνος βουλευτής Μάικ Ρότζερς, μέλος της επιτροπής εσωτερικής ασφάλειας της Βουλής των ΗΠΑ, παραμένουν περίπου 14.000 μαχητές του ISIS, οι οποίοι, σύμφωνα με τους αναλυτές, έχουν βρεθεί ενώπιος ενωπίω με το τέλειο μομέντουμ, τη συγκυρία που τους επιτρέπει, εν τη απουσία των κουρδικών Μονάδων Προστασίας του Λαού (YPG), να εξαπολύσουν με μεγαλύτερη ένταση αντάρτικες επιθέσεις προκειμένου να ανακτήσουν τα εδάφη που έχασαν και να πάρουν νέα υπό τον έλεγχό τους.
Μάλιστα, αξιωματούχοι στο Ιράκ και το Αφγανιστάν, που παρακολουθούν εκ του σύνεγγυς τη δράση και την πορεία του Ισλαμικού Κράτους, προειδοποιούν ότι το τελευταίο διάστημα η οργάνωση ενισχύεται και σε χώρες, όπως το Ιράν, η Ινδία, το Πακιστάν, το Τατζικιστάν, το Μπαγκλαντές και η Ινδονησία, ενώ πολλά παρακλάδια της συνεργάζονται και με ισλαμιστικές τρομοκρατικές οργανώσεις των συγκεκριμένων χωρών.
Το Ι.Κ. φιλοδοξεί να αναστηθεί και οι συγκυρίες τού παρέχουν την άνεση να το πετύχει. Πέραν της ανασύστασης της οργάνωσης, οι γεωπολιτικοί και στρατιωτικοί αναλυτές εκφράζουν φόβους πως ο θάνατος του Αλ Μπαγκντάντι, θα ωθήσει το ISIS στη σύναψη συμμαχίας με την Αλ Κάιντα, με στόχο τη συγκρότηση ενός «άξονα» που θα σπείρει το χάος στη Δύση. Οπως πρόσθεσε και η δρ Κάριν φον Χίπελ, πρώην σύμβουλος σε θέματα τρομοκρατίας του Στέιτ Ντιπάρμεντ, είναι ήδη ανησυχητικό το γεγονός πως ο ηγέτης του ISIS, γνωστός και ως «Χαλίφης Ιμπραήμ», σκοτώθηκε σε περιοχή που τελεί υπό τον έλεγχο παρακλαδιού της Αλ Κάιντα.
Κι αυτό γιατί οι δύο οργανώσεις είχαν απομακρυνθεί από το 2014, όταν η κεντρική διοίκηση της Αλ Κάιντα αποκήρυξε το Ισλαμικό Κράτος εξαιτίας της σύγκρουσης του με την Αλ Νούσρα, το συριακό παρακλάδι της. «Έχουν εξαπολύσει φονικές επιθέσεις η μία κατά της άλλης με στόχο ηγετικά στελέχη και έχουν θεμελιώδεις διαφορές στις φιλοσοφίες τους. Εκείνο που προκαλεί μεγαλύτερη ανησυχία σε πολλούς είναι μήπως υπάρχει προσέγγιση μεταξύ της Αλ Κάιντα και του ΙSIS και συμμαχήσουν, συγκροτώντας μια πολύ πιο τρομακτική και φονική δύναμη» δήλωσε σε βρετανικό ραδιοφωνικό σταθμό η Φον Χίπελ.
Σε κάθε περίπτωση, μετά την επιτυχημένη εξουδετέρωση του Αλ Μπαγκντάντι, οι αμερικανικές δυνάμεις βρίσκονται ήδη στο κυνήγι των πιθανών διαδόχων του «χαλίφη». Ο Ντόναλντ Τραμπ ανακοίνωσε, γεμάτος ενθουσιασμό, στις αρχές της εβδομάδας τον θάνατο ακόμα ενός υψηλόβαθμου στελέχους της οργάνωσης, του Αμπού αλ Χάσαν αλ Μουχατζίρ, διευκρινίζοντας ότι «το πιθανότερο είναι πως θα καταλάμβανε την κορυφαία θέση». Ωστόσο, οι τζιχαντιστές δεν άργησαν να βρουν αντικαταστάτη και το απόγευμα της Πέμπτης ανακοίνωσαν τον διάδοχό του.
Ο Αμπού Ιμπραήμ αλ Χασέμι αλ Κουράσι είναι ο άνδρας που θα αναλάβει τα ηνία της τρομοκρατικής οργάνωσης, ενώ ο Αϊμέν αλ Ταμίμι, ερευνητής στο πανεπιστήμιο του Σουόνσι, με ειδικότητα στο Ισλαμικό Κράτος, επισήμανε ότι το όνομα αυτό είναι άγνωστο, θα μπορούσε, ωστόσο, να πρόκειται για έναν υψηλόβαθμο αξιωματούχο που ονομάζεται Χατζ Αμπντάλα, τον οποίο το Στέιτ Ντιπάρτμεντ είχε κατονομάσει μεταξύ των πιθανών διαδόχων του Μπαγκντάντι. Οι πληροφορίες, πάντως, προς το παρόν είναι ελάχιστες, αν και το μόνο σαφές είναι ότι τρομοκρατικές εστίες εξακολουθούν να υπάρχουν και αν δεν ληφθεί δράση άμεσα, είναι πολύ πιθανό να τυλίξουν τον πλανήτη στις φλόγες του ισλαμιστικού εξτρεμισμού.