Μετά την κατάκτηση της Κρήτης από τους Ενετούς, το 1211, ήλθαν στο νησί πολλές αριστοκρατικές οικογένειες από τη Βενετία και ανέλαβαν καίριες θέσεις στα διοικητικά πράγματα. Πολλοί απ’ αυτούς, με την πάροδο των χρόνων, εξελληνίστηκαν και περισσότερο όσοι έμεναν στην ύπαιθρο.
Τα επώνυμα τους σιγά σιγά έφθασαν και στους Κρητικούς μέσα από μικτούς γάμους, από αναγνώριση νόθων παιδιών ή υιοθετημένων από ευγενείς που, λόγω πτωχεύσεως, έχασαν τους τίτλους ευγενείας τους. Δεν αποκλείεται τέλος πανωνύμια των Ενετών να δόθηκαν σε Κρητικούς για σκωπτικούς λόγους.
Το πώς διατηρήθηκαν ως τις μέρες μας κρητικά επώνυμα με ενετικές ρίζες καταγράφει στο βιβλίο της με τίτλο “Κρητικά Επώνυμα Ενετικής Προελεύσεως” η καθηγήτρια φιλολογίας Χρυσούλα Τσικριτσή-Κασιανάκη.
Στο βιβλίο αυτό διαβάζουμε πως ο Αγαθάγγελος Ξηρουχάκης στην έκθεση του προς τη Γερουσία αναφέρει πως «Οι ευγενείς Βενετοί αναμίχθηκαν και συγχωνεύθηκαν με τους ιθαγενείς Έλληνες με μικτούς γάμους, που παρά της απαγορευτικές διατάξεις του Δόγη και αφορισμούς του Πάπα, δεν έπαυαν να συνάπτονται μεταξύ Βενετών αποίκων και ιθαγενών Ελλήνων, ευγενών και μη».
Ο ιστορικός Στέφανος Ξανθουδίδης, από την πλευρά του υπογραμμίζει ότι, «Από τη βάπτιση και στεφάνωση Κρητών από τιμαριούχους, εδίδοντο βενετικά βαπτιστικά ονόματα και από αναδόχους που δεν ήταν Βενετοί, για να κολακέψουν κάποιον άρχοντα, είτε γιατί οι γονείς τα πρότειναν λόγω θαυμασμού προς το πρόσωπο κάποιου Ενετού».
Ο Γ. Πλουμίδης προσθέτει πως μεταξύ των πληθυσμών και Ενετών στρατιωτών είχαν αναπτυχθεί στενές φιλικές και συγγενικές σχέσεις, αφού αρκετοί είχαν νυμφευθεί γυναίκες του τόπου.
Οι μικτοί γάμοι επί Ενετοκρατίας ήταν αθέμιτοι και απαγορεύονταν όμως ύστερα από τη συνθήκη του Καλλέργη (1299) επιτράπηκαν.
Μάλιστα οι Ενετοί ιστορικοί θέλοντας να δικαιολογήσουν την αφομοίωση ακόμα και των ευγενών Βενετών με τους Κρητικούς γράφουν ότι «έχομε τα ίδια ονόματα, γιατί οι Βενετοί όταν βάπτιζαν τέκνα Κρητικών έδιναν το δικό τους όνομα»
Ο Γενικός Προβλεπτής Ciacomo Foscarini σε έκθεση του είχε υποστηρίξει σχετικά: «Από τους ευγενείς Βενετούς….. πολλοί είναι, που δεν έχουν ανάμνηση της ευγενικής καταγωγής τους και πάρα πολλοί τόσο φτωχοί ….. εργάζονται με τα χέρια τους στις γεωργικές δουλειές και δεν διατηρούν τίποτε άλλο παρά το επίθετο και λίγο φέουδο, που τους έμεινε ύστερα από το μοίρασμα και το ξαναμοίρασμα. Έχουν χάσει εντελώς τη γνώση της Ιταλικής γλώσσας. Και επειδή δεν υπάρχει δυνατότητα σε κανένα χωριό του νησιού να λειτουργούνται κατά το λατινικό δόγμα, είναι αναγκασμένοι να μένουν στο χωριό, να παρακολουθούν καμιά φτωχή θεία λειτουργία στις ορθόδοξες εκκλησίες, να βαφτίζουν τα παιδιά, να παντρεύονται και να θάβουν τους νεκρούς σύμφωνα με το ορθόδοξο δόγμα και τα ελληνικά έθιμα… Οικογένειες τέλεια ελληνικές, οι οποίες δεν πιστεύω πως μπορούν να υπόσχονται περισσότερα από ό, τι θα μπορούσαν να προσφέρουν οι Έλληνες».
Ο πρώην αγρονόμος Μανόλης Δακανάλης ξεχώρισε από τον κατάλογο ονομάτων με ενετικές ρίζες, που επικράτησαν ως τις μέρες μας, πολλά τα οποία συναντάμε στην περιοχή της Μεσαράς, τα οποία και σας παραθέτουμε παρακάτω. Ωστόσο τα ίδια επώνυμα βρίσκουμε σχεδόν σε όλη την Κρήτη, όπου η ενετική παρουσία ήταν έντονη.
Ο κατάλογος των ονομάτων:
Αλεβύζος. Αλεβι(υ)ζάκης.
Από το βαπτιστικό Αλεβίζος. Προέρχεται από το βενετικό Alvise, Alviso, Aloisio, Alvise Grimani 1582. Βενετοκρητικός λόγιος, ιερωμένος. Alvise Bragadin προβλεπτής σε έγγραφο του 1616 και Rettone Alnise Rinondi 1627. Αλεβίζε Μάνιο, έκτακτος προβλεπτής Σούδας το 1713.
Αλοΐζος, Λουΐζος, Αλοϊζάκης, Αλογίζος.
Βενετικό Aloiso, Aloisi και από βαπτιστικό Αλοΐζος και Αλεβιζάκης, Αλιγιζάκης. Αλοΐζε Ντεπιέρο σε έγγραφο του 1560 και Αλοΐζε Ντε Φραντσέσκι νοδάρος 1581.
Αλιφέρης και Αλιφιέρης – ακης, Αλιφιεράκης, Ανιφιεράκης και Αληφτεράκης.
Βενετικό Alfier από alfier (=σημαιοφόρος) αλλά και βαπτιστικό Alfieri.
... και ο μακρύς κατάλογος τον ονομάτων συνεχίζεται.