Πολύ σοβαρή εξέλιξη σημειώθηκε πριν λίγο καθώς επίσημα ο Ρ.Τ.Ερντογάν έθεσε θέμα αναθεώρησης της συνθήκης της Λωζάνης προαναγγέλοντας αντεπίθεση στο Αιγαίο λέγοντας ότι οι συμφωνίες αλλάζουν μόνο με πολέμους! Η Τουρκία βάζει συνολικά όλα τα θέματα στο τραπέζι Συρία, Κουρδιστάν και Αιγαίο προφανώς γιατί έρχονται καταιγιστικές εξελίξεις στην περιοχή που απειλούν την εδαφική ακεραιότητα τους!
Μιλώντας σε περιφερειακούς διοικητές της Τουρκίας ο Ρ.Τ.Ερντογάν υποστήριξε ότι η χώρα του ζημιώθηκε από την συμφωνία του 1923 που θέτει τα όρια της σύγχρονης Τουρκίας.
Τόνισε μεταξύ άλλων ο Ρ.Τ.Ερντογάν «Το 1920 μας έδειξαν τη Συνθήκη των Σεβρών για να μας πείσουν το 1923 για τη Συνθήκη της Λωζάνης. Και κάποιοι προσπάθησαν να μας το παρουσιάσουν αυτό ως νίκη».
«Με τη Συνθήκη της Λωζάνης» συνέχισε ο πρόεδρος της Τουρκίας, «δώσαμε στους Έλληνες τα νησιά, που αν φωνάξεις από τις ακτές του Αιγαίου, θα ακουστείς απέναντι. Είναι αυτό νίκη;»
Μάλιστα ο πρόεδρος της Τουρκίας υποστήριξε ότι «όσοι έκατσαν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων στη Λωζάνη, δεν εκμεταλλεύτηκαν τη συνθήκη αυτή. Και επειδή αυτοί δεν την εκμεταλλεύτηκαν, δυσκολευόμαστε σήμερα εμείς».
Ο Ταγίπ Ερντογάν επιχείρησε μάλιστα να διασυνδέσει την απόπειρα πραξικοπήματος της 15ης Ιουλίου με προσπάθεια κατοχής της Τουρκίας από εξωτερικές δυνάμεις που επιβουλεύονται τη χώρα.
«Αν αυτό το πραξικόπημα πετύχαινε, θα βρισκόμασταν σε μια κατάσταση ανάλογη με εκείνη της Συνθήκης των Σεβρών» υπογράμμισε ο κ. Ερντογάν.
Σε μια άλλη εξέλιξη που έχει άμεση σχέση, ξέσπασε διπλωματική κρίση στο τρίγωνο Αθήνα-Βρυξέλλες-Τίρανα για το «τσάμικο ζήτημα» που ανοίγει ο Επίτροπος Χαν.
Ο Αυστριακός επίτροπος Διερεύνησης της ΕΕ απαντώντας σε ερώτηση που έθεσε η ευρωβουλευτής της ΝΔ, Μαρία Σπυράκη, για την ανακίνηση αλυτρωτικών διεκδικήσεων εναντίον της Ελλάδας, κατά την πρόσφατη επίσκεψη του Νίκου Κοτζιά στην Αλβανία, ανέφερε ότι η Κομισιόν επικρότησε το γεγονός πως Ελλάδα και Αλβανία εξετάζουν τη θέσπιση κοινού μηχανισμού, που θα συνέρχεται σε τακτά χρονικά διαστήματα για την επίλυση των εκκρεμών διμερών ζητημάτων. Σε αυτά, πρόσθεσε, περιλαμβάνονται η οριοθέτηση της ελληνοαλβανικής υφαλοκρηπίδας και των θαλάσσιων ζωνών, τα δικαιώματα των ατόμων που ανήκουν σε μειονότητες και το τσαμικό ζήτημα.
Η απάντηση του Επιτρόπου προκάλεσε την έντονη αντίδραση του υπουργείου Εξωτερικών, το οποίο εξέδωσε ανακοίνωση χαρακτηρίζοντάς την απαράδεκτη και αναληθή και ζητώντας εξηγήσεις.
«Ως γνωστόν, τσαμικό ζήτημα δεν υφίσταται και ως εκ τούτου ουδέποτε έχει γίνει αποδεκτό ως αντικείμενο διαπραγμάτευσης μεταξύ των κυβερνήσεων Ελλάδας και Αλβανίας», τονίζεται στην ανακοίνωση του ελληνικού ΥΠΕΞ.
Το υπουργείο, εμφανώς ενοχλημένο με τον επίτροπο, σημειώνει ότι «με την ψευδή απάντησή του δείχνει ότι δεν ασκεί το ρόλο και τα καθήκοντά του βάσει της αρχής της αμεροληψίας ώστε να προάγεται το κοινό συμφέρον της Ένωσης, όπως προβλέπεται από το άρθρο 17 της Συνθήκης της Λισαβόνας».
«Ήδη του έχει ζητηθεί και υποχρεούται βάσει του θεσμικού του ρόλου, να δώσει άμεσα πειστικές εξηγήσεις ως προς το απαράδεκτο και ψευδές περιεχόμενο της επίμαχης απάντησής του».
Η συνθήκη της Λωζάνης
Η συνθήκη της Λωζάνης ήταν συνθήκη ειρήνης που έθεσε τα όρια της σύγχρονης Τουρκίας. Υπογράφηκε στη Λωζάνη της Ελβετίας στις 24 Ιουλίου 1923 από την Ελλάδα, την Τουρκία και τις άλλες χώρες που πολέμησαν στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο και την Μικρασιατική εκστρατεία (1919-1922) και συμμετείχαν στην Συνθήκη των Σεβρών συμπεριλαμβανομένης και της ΕΣΣΔ (που δεν συμμετείχε στην προηγούμενη συνθήκη).
Κατάργησε την Συνθήκη των Σεβρών που δεν είχε γίνει αποδεκτή από την νέα κυβέρνηση της Τουρκίας που διαδέχθηκε τον Σουλτάνο της Κωνσταντινούπολης. Μετά την εκδίωξη από την Μικρά Ασία του ελληνικού στρατού από τον τουρκικό υπό την ηγεσία του Κεμάλ Ατατούρκ, εμφανίστηκε η ανάγκη για αναπροσαρμογή της συνθήκης των Σεβρών. Στις 20 Οκτωβρίου 1922 ξεκίνησε το συνέδριο που διακόπηκε μετά από έντονες διαμάχες στις 4 Φεβρουαρίου 1923 για να ξαναρχίσει στις 23 Απριλίου. Το τελικό κείμενο υπογράφηκε στις 24 Ιουλίου έπειτα από 7,5 μήνες διαβουλεύσεων.
Η Τουρκία ανέκτησε την Ανατολική Θράκη, κάποια νησιά του Αιγαίου, συγκεκριμένα την Ίμβρο και την Τένεδο, μια λωρίδα γης κατά μήκος των συνόρων με την Συρία, την περιοχή της Σμύρνης και της Διεθνοποιημένης Ζώνης των Στενών η οποία όμως θα έμενε αποστρατικοποιημένη και αντικείμενο νέας διεθνούς διάσκεψης. Η Τουρκία παραχώρησε τα Δωδεκάνησα στην Ιταλία, όπως προέβλεπε και η συνθήκη των Σεβρών, αλλά χωρίς πρόβλεψη για δυνατότητα αυτοδιάθεσης. Ανέκτησε πλήρη κυριαρχικά δικαιώματα σε όλη της την επικράτεια και απέκτησε δικαιώματα στρατιωτικών εγκαταστάσεων σε όλη την επικράτειά της εκτός της ζώνης των στενών.
Η Ελλάδα υποχρεώθηκε να πληρώσει σε είδος (ελλείψει χρημάτων) τις πολεμικές επανορθώσεις. Η αποπληρωμή έγινε με επέκταση των τουρκικών εδαφών της Ανατολικής Θράκης πέρα από τα όρια της συμφωνίας. Τα νησιά Ίμβρος και Τένεδος παραχωρήθηκαν στην Τουρκία με τον όρο ότι θα διοικούνταν με ευνοϊκούς όρους για τους Έλληνες. Ο Οικουμενικός Πατριάρχης έχασε την ιδιότητα του Εθνάρχη και το Πατριαρχείο τέθηκε υπό ειδικό διεθνές νομικό καθεστώς.
Σε αντάλλαγμα, η Τουρκία παραιτήθηκε από όλες τις διεκδικήσεις για τις παλιές περιοχές της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας εκτός των συνόρων της και εγγυήθηκε τα δικαιώματα των μειονοτήτων στην Τουρκία. Με ξεχωριστή συμφωνία μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας αποφασίστηκε η υποχρεωτική ανταλλαγή πληθυσμών από τις δύο χώρες και η αποστρατικοποίηση κάποιων νησιών του Αιγαίου.
Η ανταλλαγή μειονοτήτων που πραγματοποιήθηκε προκάλεσε μεγάλες μετακινήσεις πληθυσμών. Μετακινήθηκαν από τη Μικρά Ασία και την Ανατολική Θράκη στην Ελλάδα 1.650.000 Τούρκοι υπήκοοι (άλλοι κάνουν λόγο για περίπου 2.000.000), χριστιανικού θρησκεύματος και από την Ελλάδα στην Τουρκία 670.000 Έλληνες υπήκοοι, μουσουλμανικού θρησκεύματος.
Επιπλέον, βάσει του άρθρου 23, με όλα τα δεινά που η Συνθήκη αυτή συσσώρευσε στον Μικρασιατικό Ελληνισμό, η Τουρκία απεμπόλησε πλήρως τα κυριαρχικά της δικαιώματα επί της Κύπρου.