Ένα θαυμαστό γεγονός προς δόξα Του Τριαδικού Θεού, συνέβη σε ένα μικρό χωριό της Πελοποννήσου το έτος 2009.
Η γράφουσα την παρούσα εμπειρία, βίωσε ένα υπερφυσικό μυστήριο ίασης και απαλλαγής «υπό πνευμάτων ακαθάρτων», πάσχουσα από εσωτερικό δαιμόνιο.
Την παραμονή της εορτής του Αγίου Πνεύματος επισκεφθήκαμε με τον σύζυγό μου, μία πάγκαλο γυναικεία Ι. Μονή κόσμημα της εντόπιας Ι. Μητροπόλεως.
Την συγκεκριμένη Ι. Μονή γνωρίζουμε καλά καθώς τηρούμε πνευματική σύνδεση με την άξια ηγουμένη και την συνοδεία της· τις αγωνιζόμενες και πολλά πασχόμενες αδελφές.
Όπως για όλους, το ίδιο και για μένα, οι μοναχές με ανιδιοτελή αγάπη προσεύχονταν άοκνα και ακούραστα να δείξει ο Κύριος σπλάχνα οικτιρμών, να με ελεήσει και να με απαλλάξει από παντοίους εχθρούς ορατούς και αοράτους.
Καταφθάνοντας λοιπόν στο μοναστήρι, εντός ολίγου εισήλθαμε στο καθολικό. Ανάψαμε κερί και προσκυνήσαμε τις ιερές εικόνες. Η γερόντισσα προπορευόμενη εισήλθε από την πλαϊνή πύλη στο ιερό για να λάβει στα χέρια της, τα άγια λείψανα.
Το συμβάν το οποίο ακολούθησε στην συνέχεια, είναι πολύ δύσκολο να περιγραφεί με λόγια.
Ξαφνικά και προτού να εξέλθει δι’ αυτών, έπεσα στο έδαφος και το πονηρό πνεύμα που εμφώλευε μέσα στο σώμα μου, άρχισε να κραυγάζει έντρομο:
-«Μη, μη μου την φέρνεις αυτή… δεν την θέλω… όχι, όχι…»
Η γερόντισσα προσευχόμενη, ήρεμη, οδεύοντας προς το μέρος μου, με πλησίασε και άρχισε να με σταυρώνει με τα χαριτόβρυτα άγια λείψανα της πολυάθλου οσιοπαρθενομάρτυρος Αγίας Παρασκευής.
Το δαιμόνιο με μένος και λύσσα πολλή φρύαξε. Περισσότερο άρχισε να ουρλιάζει και να απειλεί την γερόντισσα με λέξεις ακατανόμαστες, άπρεπες, ανήκουστες βγαλμένες από τα τρίσβαθα της κόλασης.
– « Θα σας καταστρέψω, θα δείτε τι θα σας φτιάξω…»
– « Έχε χάρη -της έλεγε- που η Παρασκευή, μ’ έδεσε χειροπόδαρα και δεν μπορώ να σε αγγίξω».
– « Άμα με άφηνε, θα σε σκότωνα δεν θα ζούσες».
Μία μεγαλύτερη σε ηλικία σεβάσμια γερόντισσα είχε έλθει από πίσω μου και με σταύρωνε με το κομβοσχοίνι της, λέγοντας την ευχή του Ιησού.
Δεμένη συνεχώς στα χέρια και τα πόδια μου με αόρατα δεσμά, γονατισμένη ο μυρμηγκολέων ούρλιαξε:
– «Σταμάτα, δεν αντέχω άλλο, πάψε να μου το κάνεις αυτό».
–« Κοίτα κάτι γυναικούλες που με σταυρώνουνε… εδώ παπάδες και μητροπολιτάδες δεν τολμάνε να με διαβάσουνε γιατί φοβούνται. Εσείς πώς τολμάτε;» Και συνεχώς βόγγαγε και χτυπιόταν αοράτως από την Χάρη Του Θεού.
Κουνιόμουν ανεξέλεγκτα δεξιά – αριστερά, τιναζόμουν, κυλιόμουν κάτω χωρίς να μπορώ να ελέγξω τις κινήσεις μου, ούτε τον εαυτό μου. Άκουγα, έβλεπα, αντιλαμβανόμουν καθαρά αυτά που τελούνταν αλλά δεν μπορούσα να τα σταματήσω. Η πάλη με το βδελυρό πνεύμα ήταν ανελέητη. Το δαιμόνιο με αυθάδεια και έπαρση πολλή, απευθύνθηκε στην Αγία Παρασκευή:
–« Τι ήρθες εδώ να κάνεις; Θέλεις να φύγω; Δεν φεύγω από εδώ. Γιατί με βασανίζεις; Εκεί που θέλεις να πάω ούτε τα σκουλίκια δεν ζούνε». (εννοούσε την κόλαση).
Ω! Απροσδόκητος χάρις! Μέγα το έλεος Του Κυρίου μας! Ω! Ανεκλάλητη χαρά και θείο δώρημα των ιαμάτων!
Με τα μάτια της ψυχής μου -γονατισμένη και δεμένη αοράτως πάντα- καθηλώθηκα!
Βλέπω έμπροσθέν μου ένα υπέροχο, θαυμαστό, υπερφυσικό μυστήριο!
Βλέπω την Αγία Παρασκευή. Δεν πατά στο έδαφος. Ίπταται. Ψιλόλιγνη, ντυμένη με τα μοναχικά της ρούχα. Το Σχήμα της ευδιάκριτο, χρώματος μπλε με κόκκινο φωτεινό σταυρό στο μέσον. Φαινόταν μέχρι εκεί που έκλεινε ο μανδύας της, λίγο πιο κάτω απ’ το λαιμό, στο στέρνο.
Το πρόσωπο της λευκό, αχνό σαν σύννεφο· απαράμιλλου κάλλους και ουράνιας γλυκύτητας. Απλώνει τις παλάμες τις ενωμένες· το ίδιο λευκές και ρίχνει στον τρισκατάρατο καυτό λάδι.
–« Μ’ έκαψες… μ’ έκαψες, θα φύγω» και ακολουθούν τρομερά ουρλιαχτά.
Εκείνη την ευλογημένη στιγμή, ένιωσα ένα δροσερό - πολύ δροσερό ύδωρ να με περιλούζει από την κορυφή της κεφαλής ως το λαιμό. Τέτοια δροσιά και αγαλλίαση δεν είχα νιώσει ποτέ μου έως τώρα. Αγία μου Παρασκευή σ’ ευχαριστώ! Η εικόνα της χάθηκε από εμπρός μου.
–« Ευαγγελία, Ευαγγελία, προσκύνησε την Αγία Παρασκευή» με προέτρεψε η γερόντισσα κρατώντας τα άγια λείψανα.
Ανακουφισμένη, ήρεμη πια με φανερή σωματική κόπωση, έσκυψα να προσκυνήσω ευλαβικά τα ευωδιάζοντα άγια λείψανα της μεγάλης ευργέτιδος και προστάτιδός μου.
Τα χέρια και τα πόδια μου μονομιάς λύθηκαν. Αφέθηκα στο έδαφος του ναού να πάρω μιαν ανάσα. Έμεινα λίγο εκεί και με την βοήθεια του άνδρα μου σηκώθηκα και στάθηκα στα πόδια μου. Αισθανόμουν φοβερά εξαντλημένη και ταλαιπωρημένη. Με έβαλε να καθήσω σε ένα πάγκο έξω στο προαύλιο, χωρίς να έχω δύναμη, ούτε να μιλήσω. Ξάφνου αισθάνομαι μια δυσφορία στο στομάχι και ευθύς βίαια αποβάλλω από το στόμα, ένα μικρό ξυλαράκι σαν κανέλα. Ο Θεός γνωρίζει τι ήταν εκείνο.
Την επομένη ξημέρωνε η εορτή Του Αγίου Πνεύματος. Προ καιρού είχαμε προγραμματίσει με το σεβαστό πνευματικό μας πατέρα, να τελέσουμε μία θεία λειτουργία στην Ι. Μονή προς βοήθειά μου και σαφώς προς απόδοση τιμής και λατρείας στον Τριαδικό Θεό.
Μετά το πέρας της θείας λειτουργίας οι συμμετέχοντες πιστοί, παρέμειναν στον ναό προσευχόμενοι ώστε ο ευσεβής, αγωνιστής ιερομόναχος να διαβάσει ευχές εξορκισμών από το «Ευχολόγιον» της Εκκλησίας μας.
Πολλάκις και επανειλημμένως στο παρελθόν διαβαζόμουν από τον λειτουργό Του Θεού ως εντολοδόχο του Αρχιποιμένος Χριστού, ο οποίος χρησιμοποιεί τα φοβερά αυτά όπλα των ευχών, του Μεγ. Βασιλείου, του Αγίου Γρηγορίου του Δεκαπολίτου, του Αγίου Ιερομάρτυρος Κυπριανού. Με σκοπό την απαλλαγή μου κάποτε από το απεχθές και μιαρό ρίζωμα του ψυχοκτόνου και σωματοκτόνου όφεως.
Χρειάστηκε αυτή η έσχατη προσπάθεια των εξορκισμών ώστε να απελευθερωθώ παντελώς από την τυραννική σκλαβιά και απερίγραπτη δοκιμασία μου. Ήταν η μοναδική φορά που κατάφερα με την βοήθεια Του Παντοδύναμου, να προσευχηθώ έχοντας τον έλεγχο του νου μου, κάτω από το αγιασμένο επιτραχήλιο του πνευματικού μου.
Το πονηρό πνεύμα που με βασάνιζε παιδιόθεν με κάθε λογής ασθένειες υπετάχθη εις την παντοδύναμον χάριν Του Λυτρωτού και Σωτήρα μου. Έφυγε κατεξευτελισμένο και καταντροπιασμένο. Τότε ένιωσα ανάλαφρη στην ψυχή και το σώμα. Ξαναγεννήθηκα· αισθάνθηκα θεία γλυκύτητα, θεία παρηγοριά και ευφροσύνη. Ο ίδιος ο Κύριος που επιτρέπει τη δοκιμασία απομακρύνει και τη θλίψη.
Πρέσβυς ακοίμητος εις την δοκιμασία μου, ήταν η Πανάχραντος Θεοτόκος, η Παναγία μου. Πλησίον της ήταν η ένδοξος οσιοπαρθενομάρτυς Παρασκευή και ο Του Κυρίου μεγαλώνυμος κήρυξ Τίμιος Πρόδρομος.
Τελικά τι θα μπορούσα να προσφέρω στον Θεό «περί πάντων ων ανταπέδωκέ μοι;» (ψαλμ. 115ος). Το πλέον ελάχιστο είναι ένα εγκάρδιο ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ από τα βάθη της ψυχής μου προς τον Δωροδότη Ιησού Χριστό. Υπεραγία μου Θεοτόκε, Αγία μου Παρασκευή, Τίμιέ μου Πρόδρομε, Άγιοι Πάντες πρεσβεύσατε για την σωτηρία της ψυχής μου και την επουράνιον Βασιλεία Του.
Πνευματικέ μου γέροντα και πατέρα μου, σας ευχαριστώ για την αγάπη σας, τις πνευματικές νουθεσίες και προτροπές σας, τον αγώνα που με μόχθο πολύ και πόνο ψυχής συνεχίζετε να κάνετε για όλα τα πνευματικά τέκνα σας, ευχηθείτε και προσευχηθείτε να έχω πνευματική πρόοδο και προκοπή και να μην μείνω αδιόρθωτη.
Αιωνίως χρεουμένη,
Ευαγγελία Ράφα
Ἁπολυτίκιον Ἁγίας Παρασκευής:
«Τὴν σπουδήν σου τῇ κλήσει κατάλληλον, ἐργασαμένη φερώνυμε, τὴν ὁμώνυμόν σου πίστιν εἰς κατοικίαν κεκλήρωσαι, Παρασκευὴ Ἀθληφόρε· ὅθεν προχέεις ἰάματα, καὶ πρεσβεύεις ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.»