Το Τριωδίο με μια παραβολή άνοιξε ο Μητροπολίτης Μεσογαίας και Λαυρεωτικής κ.Νικόλαος καθώς μίλησε και για το, πλούσιο σε μηνύματα αληθείας και ζωής βιβλίο, σε μήνυμα που αποστέλλει σε πιστούς Χριστιανούς της Ορθοδοξίας. Ο κ. Νικόλαος σε σημείο της παραβολής του σημείωσε το εξής μήνυμα «πεποιθότες εφ᾿ εαυτοίς ότι εισί δίκαιοι και εξουθενούντες τους λοιπούς» δηλαδή αυτούς οι οποίοι έχουν την εμπιστοσύνη στον εαυτό τους, και διακατέχονται από το φρόνημα και την ιδέα ότι είναι δίκαιοι και έτσι εξουθενώνουν τους λοιπούς και τους βλέπουν περιφρονητικά.
Ακολουθεί το κείμενο :
Μητροπολίτης Μεσογαίας και Λαυρεωτικής Νικόλαος
Με την Κυριακή του Τελώνου και του Φαρισαίου, η Εκκλησία μας μας εισάγει στην κατ᾿ εξοχήν πνευματική της περίοδο, την περίοδο του Τριωδίου. Μια περίοδο που διαρκεί εβδομήντα μέρες, δέκα εβδομάδες. Οι τρεις πρώτες Κυριακές και εβδομάδες είναι εισαγωγικές και στη συνέχεια ακολουθεί η περίοδος της Μεγάλης Τεσσαρακοστής. Καθώς μπαίνουμε σ᾿ αυτόν τον όμορφο εκκλησιαστικό και πνευματικό χώρο του Τριωδίου, και ανοίγουμε το «Τριώδιο», αυτό το πλούσιο σε μηνύματα αληθείας και ζωής βιβλίο, που αποτελεί τον κορμό των ακολουθιών της περιόδου ως το Μεγάλο Σάββατο, η Εκκλησία μας την πρώτη Κυριακή μας προσδιορίζει τον στόχο μας για κάτι πολύ μεγάλο. Προσπαθεί να μιλήσει στην καρδιά μας, προσφέροντάς μας ως εκλεκτό πνευματικό έδεσμα την παραβολή του Τελώνου και του Φαρισαίου.
Ας επικεντρωθούμε όμως, όχι στο περιεχόμενο της παραβολής, αλλά στον στίχο που προηγείται και που αποτελεί την αφορμή αυτής της ευαγγελικής περικοπής. Λέει ο στίχος αυτός ότι ο Κύριος είπε την παραβολή θέλοντας να διδάξει αυτούς οι οποίοι ήσαν «πεποιθότες εφ᾿ εαυτοίς ότι εισί δίκαιοι και εξουθενούντες τους λοιπούς» (Λουκ. ιη΄ 9), δηλαδή αυτούς οι οποίοι έχουν την εμπιστοσύνη στον εαυτό τους, και διακατέχονται από το φρόνημα και την ιδέα ότι είναι δίκαιοι και έτσι εξουθενώνουν τους λοιπούς και τους βλέπουν περιφρονητικά.
Ακριβώς αυτό αποτελεί και την αφορμή του σημερινού μηνύματος και για μας. Ο Φαρισαίος είχε την πεποίθηση ότι ήταν δίκαιος αφ᾿ ενός και ότι είχε δίκιο αφ᾿ ετέρου. Δύο πράγματα φοβερά και ύπουλα που δεν τα καταλαβαίνουμε με την πρώτη ματιά, αλλά που στην πραγματικότητα μας εμποδίζουν από το να δούμε την αλήθεια που ταπεινά κρύβεται πίσω από τα γεγονότα και μέσα στις καρδιές των ανθρώπων. Αυτό του έλεγε ο αρρωστημένος, εγωιστικός και εμπαθής λογισμός του. Και κάτι ακόμη. Είχε μια αυτάρκεια. Έκανε πέντε πραγματάκια και ηρκείτο σ᾿ αυτά. Ευχαριστιόταν η ψυχούλα του με τα κατορθώματά του. Είχε τόσο περιορισμένη όραση που ενώ έλεγε «Θεέ μου, σ᾿ ευχαριστώ», στην ουσία τον εαυτό του ευχαριστούσε αυτόν μόνον έβλεπε. Από τον ορίζοντα της φαρισαικής προσευχής απουσίαζε ολότελα ο Θεός Τον είχε διώξει και τον είχε αντικαταστήσει με το είδωλο του εαυτού του. Αυτό θα πεί «πεποιθώς εφ᾿ εαυτώ» τον απελάμβανε τον εαυτό του. Απόδειξη ήταν ότι γι᾿ αυτόν τον εαυτό μιλούσε με τόση ικανοποίηση. Νήστευε δύο φορές την εβδομάδα και έδινε το εν δέκατο από τα κτήματα και τα έσοδά του και αυτό ήταν η καύχηση και η εξόφληση του χρέους του προς τον Θεό.
Αυτό το φρόνημα τον οδηγεί σε μια άθλια σύγκριση. Κάνει σύγκριση μ᾿ όλους τους ανθρώπους και βρίσκει τον εαυτό του να υπερέχει. Δεν σταματά σε γενικεύσεις και αοριστίες αλλά προχωρεί ένα ακόμη βήμα προβαίνει σε μια θρασεία και ανήλεη σύγκριση του εαυτού του και με συγκεκριμένο άνθρωπο. Άλλο είναι να νοιώθεις μια υπεροχή γενικευμένη -κακό και φοβερό- και άλλο είναι -πολύ περισσότερο κακό- να την συγκεκριμενοποιείς στους ανθρώπους με τους οποίους συναναστρέφεσαι, και να ισχυρίζεσαι πως είσαι καλύτερος απ᾿ όλους.
Αυτός είναι ο φοβερός εγωισμός, που αν ψάξουμε θα δούμε ότι δεν είναι και πολύ μακρυά από τη ζωή του καθενός μας. Ίσως να είναι καλοθρονιασμένος μέσα στην καρδιά μας. Ο καημένος ο Φαρισαίος, αυτός ο θρησκευτικός άνθρωπος, έλεγε ότι δεν ήταν σαν τους άλλους ανθρώπους, άρπαγας, άδικος, μοιχός. Και όμως ήταν πολύ άρπαγας, ήταν πολύ άδικος και πολύ μοιχός. Φαίνεται αυτό από την παραβολή. Είχε αρπάξει το δικαίωμα του Θεού να κάνει κρίση και να σκορπάει έλεος στον κάθε άνθρωπο. Πόσες φορές κι εμείς δεν απλώνουμε χέρι, -όχι στις τσέπες των ανθρώπων- αλλά στις συνειδήσεις, στα μυστικά των καρδιών τους. Πόσες φορές μ᾿ αυτή την φοβερή κατάκριση και την εσωτερική σκληρότητα ερμηνεύουμε τους ανθρώπους, μπαίνουμε μέσα τους και αναλύουμε με ακρίβεια και τόση αστοχία τα αισθήματά τους -τι νοιώθουν, ποιοί είναι-, από τα ελάχιστα που επιφανειακά βλέπουμε, χωρίς στην πραγματικότητα ούτε ίχνος της αλήθειας να μπορούμε να διακρίνουμε. Είμαστε άρπαγες και αυτών των ιερών μυστικών των ανθρώπων και του αναφαίρετου δικαιώματος του Θεού Αυτός και μόνον να τους κρίνει.
Γι᾿ αυτό και είμαστε μοιχοί στην ουσία. Αντί η σχέση μας να είναι σχέση με τον εαυτό μας, με τα δικά μας πάθη, με την δική μας εικόνα, τόσο αδιάκριτα εμείς αφήνουμε την ψυχή μας και πηγαίνουμε και εισχωρούμε στην ιερή σχέση των άλλων ψυχών, βάναυσα και ασύστολα. Ήταν μοιχός ο Φαρισαίος με την πνευματική έννοια, και άδικος. Η αδικία θα φανεί ευθύς μόλις σχολιάσουμε την πραγματικά πνευματική στάση του τελώνη. Αλλά ούτε και νήστευε ο άνθρωπος αυτός νήστευε ίσως από τροφές και υποτίθεται ότι νήστευε σωστά, αλλά είχε κάνει μια άλλη κατάλυση. Έτρωγε απολαυστικά την ηδονή του εαυτού του.
Αυτό ας το προσέξουμε λίγο. Πολλές φορές η μυστική υπόληψη του εαυτού μας είναι ενήδονος, μια απολαυστική ηδονή. Απολαμβάνουμε τις αρετές μας, όλοι μας ίσως, -είναι τόσο ανθρώπινο κάτι τέτοιο,- κι ας ντρεπόμαστε να το ομολογήσουμε. Νομίζουμε ότι είμαστε σπουδαίοι, ακόμη κι όταν νηστεύουμε κι έτσι νηστεύοντας, αρτευόμεθα. Δεν τρώμε υλικά, λαίμαργα όμως καταβροχθίζουμε τις αμαρτωλές εσωτερικές απολαύσεις που εκπηγάζουν από τις ψευδείς εικόνες του εαυτού μας που φιλοξενούμε μέσα μας.
Ούτε λοιπόν νηστεία πραγματική έκανε ο Φαρισαίος της παραβολής. Επιπλέον δε έλεγε και ότι αποδεκατούσε τα κτήματά του. Ένα κτήμα έχουν αυτοί οι άνθρωποι ένα κτήμα έχουμε κι εμείς όταν είμαστε τέτοιοι. Και το κτήμα είναι ο εαυτός μας τον οποίο δυστυχώς δεν αποδεκατούμε. Η ελεημοσύνη αυτόν τον σκοπό έχει τον αποδεκατισμό του εαυτού μας. Όχι απλώς θα έπρεπε να δίνουμε ένα κομματάκι του εαυτού μας και της υπάρξεώς μας στο περιβάλλον, στους αδελφούς μας, αλλά εμείς, ενώ όλον τον εαυτό μας μας ζητά το Ευαγγέλιο να προσφέρουμε, δεν δίνουμε τίποτα. Και το χειρότερο ακόμη και οι προσφορές μας σκοπό έχουν την τροφοδοσία του παθολογικού εγωισμού μας. Μόνο παίρνουμε συνεχώς ως άρπαγες και δεν σκορπάμε κάτι από αισθήματα, κάτι το περιεχόμενο της καρδιάς μας, ίσως γιατί δεν έχουμε.
Δίπλα σ᾿ αυτόν τον τραγικό άνθρωπο που πήγε να προσευχηθεί στον Θεό, και αντί να Τον ευχαριστήσει για τα δώρά Του, ευχαριστιόταν ο ίδιος για τις υποτιθέμενες καταστάσεις της ψυχής του, δίπλα σ᾿ αυτόν τον άνθρωπο που είχε μεν έργα αλλά δεν είχε όραση, γι᾿ αυτό δεν έβλεπε το μεγαλείο του τελώνη, στεκόταν από μακρυά, «μακρόθεν εστώς», στην ακρούλα κρυμμένος ο τελώνης και προσηύχετο και δεν ήθελε ούτε τα βλέμματά του να σηκώσει επάνω. Κι ενώ ήταν μακρυά, χωρίς κι ο ίδιος να το έχει συνειδητοποιήσει, μη έχοντας καμμιά υπόληψη στον εαυτό του, είχε μέσα του τον Θεό. Κι ενώ δεν άντεχε να σηκώσει τα βλέμματά του επάνω, τα έστρεφε μέσα στη λερωμένη από τις αμαρτίες καρδιά του και μέσα σ᾿ αυτήν την κατάσταση μπορούσε να αντικρύζει πεντακάθαρα τον Θεό και να προσεύχεται σ᾿ Αυτόν «ο Θεός, ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ».
Αλλά και κάτι άλλο. Ενώ ομολογούσε ότι ήταν αμαρτωλός, δεν ήταν. Αμαρτωλός δεν είναι κάποιος που κάνει αμαρτίες τέτοιοι όλοι είμαστε. Αμαρτωλός είναι αυτός που παραμένει στην κατάσταση της αμαρτίας αυτός ο οποίος δεν θέλει να βγεί από τα πάθη και τις αμαρτίες του. Ο τελώνης μπορεί να έζησε στην κατάσταση της αμαρτίας, αλλά καθώς μας φανερώνει η συνοπτική αυτή και σύντομη περιγραφή του Ευαγγελίου με τις τρεις λεξούλες -«ο Θεός, ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ»-, απεδείκνυε τη συντετριμμένη παράστασή του ενώπιον του Θεού. Τη στιγμή εκείνη ήταν μπροστά στον Θεό• δεν ήταν αμαρτωλός η παρουσία του Θεού μπροστά του έκαιγε την αμαρτία μέσα του είχε πράξεις αμαρτωλές, αλλά δεν ήταν πλέον αμαρτωλός.
Καθώς λοιπόν η Εκκλησία μας μας προεισάγει στην περίοδο αυτή της προσευχής, της νηστείας, της πνευματικής περισυλλογής, του αγώνα του πνευματικού, μας παρουσιάζει το παράδειγμα του Τελώνου και του Φαρισαίου. Έτσι θέλει να μας δείξει την αληθινή νηστεία, την πραγματική προσευχή, τη γνήσια πνευματική ζωή.
Αρχίζει η νηστεία και σαν να μας λέει μην αρκεσθείτε στη νηστεία μόνο των τροφών δεν ωφελεί και πολύ μια τέτοια νηστεία, ίσως και να βλάπτει. Αλλά προσέξτε• νηστέψτε λίγο από τον εαυτό σας. Καθίστε μέσα στην ησυχία του δωματίου σας και σκεφτείτε τις εκφράσεις του εγωισμού σας. Ποιος είναι ο εγωισμός σας; Άλλος νομίζει ότι έχει δικαιώματα στη ζωή των άλλων. Ούτε στη δική σας ζωή δεν έχετε δικαίωμα, μας λέει ο Θεός. Άλλος τον πνίγει το δίκιο και το παράπονο. Δεν έχουμε δίκιο ποτέ, κι ας πιστεύουμε ότι είμαστε δίκαιοι. Τελικά ο δικαιωμένος του Ευαγγελίου -η λέξη αυτή είναι από το στόμα του Χριστού- είναι «ο αμαρτωλός» τελώνης, ο μετανοιωμένος. Η ευλογημένη αυτή ψυχή μας καλεί κι εμάς σ᾿ αυτό το προσκλητήριο της στροφής προς τον εαυτό μας. Αντί να κοιτάμε γύρω μας τι γίνεται, ας συμμαζευτούμε λίγο. Δεν είναι εγωισμός αυτή η στροφή είναι μετάνοια.
Πολλές φορές πνιγόμαστε από τα παράπονα και λέμε ότι μας ταπεινώνουν τα γεγονότα, οι αδικίες της ζωής, οι άνθρωποι που μας περιβάλλουν, οι δυσκολίες στις κοινωνικές μας σχέσεις. Δεν είναι ταπείνωση αυτό που έρχεται από τους άλλους. Αυτό, μη μπορώντας να κάνουμε διαφορετικά, αναγκαστικά το δεχόμαστε. Ταπείνωση είναι η περιφρόνηση και η χαμηλή εικόνα του εαυτού μας όταν εμείς τα επιλέγουμε. Ταπείνωση είναι αυτό που έκανε ο τελώνης.
Ας πάρουμε κι εμείς τα πόδια μας και ας σταθούμε «μακρόθεν». Ας χτυπήσουμε με τα χέρια μας το στήθος μας, την καρδιά δηλαδή της υπάρξεως και του εγωισμού μας. Ας στρέψουμε τα βλέμματά μας μέσα στο εσωτερικό μας. Και τότε κι εμείς θα αξιωθούμε, όπως ο τελώνης της παραβολής που ανέβηκε στο ιερό για να προσευχηθεί, να ανεβούμε πραγματικά, πνευματικά, στο ιερό της περιόδου, που δεν είναι άλλο από την κορυφή της Αναστάσεως.
Είπαμε στην αρχή ότι έχουμε 70 μέρες στη διάθεσή μας γι᾿ αυτήν την ανάβαση στο όρος της Αναστάσεως. Η ανάβαση όμως δεν γίνεται ούτε με φορτωμένα στομάχια, ούτε με χορτασμένες από τον εγωισμό ψυχές. Ας πετάξουμε το ρούχο της εγωιστικής εμπαθείας ο καθένας μας. Κι αν δεν ξέρουμε τι ακριβώς θέλει από μας ο Θεός να περιφρονήσουμε, ας πάμε στον πνευματικό μας να τον συμβουλευθούμε. Ας ξεκινήσουμε έτσι την περίοδο αυτήν, αρνούμενοι με κάθε τρόπο κι όλη τη δύναμη της ψυχής μας την ηδονιστική απόλαυση του εαυτού μας.
Εύχομαι να δώσει ο Θεός η Ανάσταση να είναι πραγματική ανάβαση και η απόλαυση να μην είναι απόλαυση του εμπαθούς εαυτού μας, αλλά μυστική απόλαυση της χάριτος του Θεού. Αμήν.
agiosdimitrioskouvaras.blogspot.gr