Το άρθρο αυτό πραγματεύεται πως η μεταφυσική, η φιλοσοφία και η δυτική σχολαστική θεολογία του Καθολικισμού και του Προτεσταντισμού ήταν η Πνευματική Πεμπτουσία του φεουδαρχικού συστήματος. Γίνεται, επομένως, εύκολα αντιληπτό ότι αυτή η δυτική Θρησκευτική Απολυτότητα βρίσκεται σε αντίθεση με την Ορθόδοξη Εκκλησία η οποία είναι έκφραση της εμπειρίας. Πράγματι, η βάση της Ορθοδόξου Θεολογίας είναι γνήσια εμπειρική. Είναι φανερό ότι «Ορθόδοξη θεολογία σημαίνει να βλέπει κανείς, και να θεολογεί, βάση της εμπειρίας της θεοπτίας, και της θεώσεως ». Αυτή η σχολαστική και φεουδαρχική θεολογία είναι παρέκκλιση από την ορθόδοξη πατερική θεολογία.
Στη συνέχεια, θα εξετάσουμε τις ομοιότητες μεταξύ της χρήσης της Θρησκευτικής απολυτότητας (Καθολικισμός/Προτεσταντισμός) της φεουδαρχικής Ευρώπης και την πρακτική της Επιστημονικής απολυτότητας στις σύγχρονες βιομηχανικές χώρες. Οι φεουδαρχικοί-ελίτ αιτιολογούσαν ότι υπήρχαν απόλυτες αλήθειες δοσμένες από τον Θεό που πρέπει να βρεθούν μέσα από τον θρησκευτικό στοχασμό. Οι ελίτ της βιομηχανικής δομής, Ανατολής και Δύσης θέτουν, επίσης, τις απόλυτες «αντικειμενικές» αλήθειες, που ανακαλύπτονται από μια «αμερόληπτη» έρευνα. Οι ελίτ της Φεουδαρχικής δομής υποστήριζαν ότι έχουν μια ειδική μέθοδο για την εξεύρεση της αλήθειας του Θεού. Οι βιομηχανική-ελίτ προτείνουν ότι έχουν μια ανώτερη «αντικειμενικότητα». Προς όφελος ενός μεγάλου μεριδίου της αριστοκρατίας, οι φεουδαρχικές κληρικοί έγραψαν και μετέδωσαν τις λογικές για την παραγωγική τάξη της, ομοίως το ίδιο λέγοντας στους δικούς τους και στον κόσμο ότι κατείχε μια μοναδική ικανότητα να εμβαθύνει το θέλημα του Θεού. Στη βιομηχανική ελίτ κοινωνίες, οι ακαδημαϊκοί παίζουν παρόμοιο ρόλο, και τον δικαιολογούν κάτι τέτοιο, παρουσιάζοντας ότι είναι λιγότερο "προκατειλημμένοι" περισσότερα "αντικειμενική" από ότι μέλη του ευρύτερου κοινού.
Όπως στις κοινωνίες των προκατόχων κυνηγών/συλλεκτών και δουλοκτητικών κοινωνιών, έτσι και στις φεουδαρχικές κοινωνίες της ευρώπης ήταν απαραίτητο να υπάρχει μια συνείδηση/Πνευματική Πεμπτουσία(ιδεολογία). Όντας ιεραρχικά δομημένο, αλλά σταθερό, για να αναπαράγει την κοινωνική τους ύπαρξη δημιούργησαν μια φιλοσοφία που πρότεινε ότι ο Θεός καθόριζε του κάθενός στην ζωή, υπαγόρευε ότι οι δουλοπάροικοι πρέπει να κάνουν υπακοή στα μέλη της βασιλικής οικογένειας, η βασιλική οικογένεια και οι δουλοοπάροικοι υπακοή στον Ρωμαίο Αυτοκράτορα, και στον Πάπα, Επίσκοποι, καρδινάλιοι και ιερείς έγραψαν και επέβαλαν την εφαρμογή της Θρησκευτικής Απολυτότητας, η οποία ήταν η Πνευματική Πεμπτουσία του γεωργικού-ελίτ συστήματος.
‘Ετσι, όταν ο φεουδαρχισμός άνθιζε στην Ευρώπη, oι αγροτικές ελίτ έλεγχαν τις φεουδαρχκές κοινωνίες μέσω θεοκρατικά οργανωμένων συστημάτων και δικαιολογούσαν την κυριαρχία τους με την αντίληψη ότι οι πολιτικοί τους εκπρόσωποι ανήγαγαν την εξουσία τους στο Θεό και ότι τα φεουδαρχικά συστήματα είχαν τη ρητή έγκριση του Θεού. Ο καθολικός κλήρος στη φεουδαρχική Γαλλία υποστήριζε ότι η εξουσία των βασιλέων είχε Θεία προέλευση και κήρρυσαν την υποταγή των χωρικών σε αυτούς. Δηλαδή, ο καθολικισμός, για παράδειγμα, βαθμηδών αποτέλεσε τη μεταφυσική του κράτους.
Ο Καθολικισμός εισηγήθηκε ότι η αλήθεια ήταν απόλυτη, τόσο υπό την έννοια του γεγονότος όσο και υπό την έννοια της αξίας, προέρχεται από το Θεό, έφθασε στη γη μέσω του καθολικού κλήρου διοχετεύθηκε στην αριστοκρατία, η οποία έτυχε να έχει μοναδική προσέγγιση στην αλήθεια του Θεού επειδή ήταν περισσότερο ευσεβής και πιστή. Ήταν μια φιλοσοφία η οποία αντιπροσώπευε καλά την αυστηρή φεουδαρχική σειρά, επιτρέποντας στον καθένα μικρές πρωτοβουλίες. Η τυφλή υποταγή στις θρησκευτικές εντολές, παράδοση και εξουσία οδήγησε τους πιστούς στους ευγενείς και οι ευγενείς στους βασιλείς οι οποίοι και επέβαλαν δικτατορική εξουσία στις δραστηριότητές τους. Γίνεται, επομένως, εύκολα αντιληπτό ότι αυτή η «θεολογία των Φράγκων, των Καλβινιστών και των Εγγλέζων ήρθαν από φεουδαλικά καλούπια και εξυπηρετούντο οι ελίτ, για να χαλιναγωγούν αυτά τα άτακτα παιδιά που ήταν τα μέλη μιάς προηγμένης κοινωνίας».
Ως αποτέλεσμα, και οι ελίτ των φεουδαρχικών κοινωνιών δικαιολογούσαν την κυριαρχία τους μέσα από την αντίληψη ότι η αλήθεια σε σχέση και με τα γεγονότα και με τις αξίες ήταν απόλυτη, προερχόταν από το Θεό και έφθανε στη γη, μέσα από τις ελίτ και τους υψηλόβαθμους αξιωματούχους της εκκλησίας. Σε περιόδους ήπιων κρίσεων, οι χωρικοί αμφισβητούσαν ορισμένες αποφάσεις των ελίτ. Εάν η κρίση ήταν βαθιά έφθαναν να επιτεθούν εναντίον του Βασιλέως. Όμως μόνον όταν οι παραγωγικές τάξεις του αγροτικού- ελίτ συστήματος κατέστησαν ανίκανες να τους συγκρατήσουν άρχισαν να αμφισβητούν τις βασικές δοξασίες σχετικά με το τί είναι αλήθεια, από πού προέρχεται και πως γνωστοποιείται.
Είναι γνωστό ότι τα μέλη των φεουδαρχικών κοινοτήτων, Ανατολής και Δύσης, πίστευαν ότι ο Θεός υπαγόρευε το πως θα έπρεπε να είναι οργανωμένει η κοινωνία, και, οι οδηγίες του Θεού έφτασαν στην γη μέσω των ελίτ και των υψηλών θρησκευτικών αρχών που είχαν κοινά συμφέροντα και που συνέγραψαν την ιδεολογική του προστασία των συμφερόντων τους: «Θείο δικαίωμα των βασιλιάδων» στην φεουδαρχική Ευρώπη, την «Εντολή του Ουρανού» στην φεουδαρχική Κίνα και την Ιαπωνία.
Ανάλογο ρόλο έπαιξε και η προτεσταντική εκκλησία της φεουδαρχικής Αγγλίας. Από τη στιγμή που οι θρησκευτικές αρχές υποστήριζαν την υπεροχή των αγροτικών ελίτ, υπήρχε μια ενότητα εκκλησίας και κράτους. Αν το αναστημένο φεουδαρχικό σύστημα επρόκειτο να έχει μιά μονιμότητα, τότε θα έπρεπε όλοι να εσωτερικεύσουν την λογική (ιδεολογία) του συστήματος, και να πιστεύουν πραγματικά ότι ο Θεός είχε καθορίσει τις αντίστοιχες θέσεις τους, ποιοί ήταν, τι πίστευαν και πως θα έπρεπε να συμπεριφέρεται ο ένας προς τον άλλο. Με άλλα λόγια, αυτός είναι ο Θεός της μεταφυσικής, της φιλοσοφίας, του σχολαστικισμού, και όχι της πατερικής παραδόσεως του ησυχασμού και της εμπειρίας. Αντίθετα, αυτή η δυτική θεολογία δεν είναι Ορθόδοξη πατερική θεολογία, είναι παρέκκλιση από την Εκκλησία. Απεναντίας, η Ορθοδοξία δεν είναι θρησκεία, είναι Εκκλησία. Η Ορθοδοξία εκφράζει την εμπειρία, δεν έχει καμμιά σχέση με την μεταφυσική, ούτε με φιλοσοφία και σχολαστική θεολογία.
Ο ένας μετά τον άλλο, οι διδάσκαλοι της λογικής της αστικής τάξης μετέτρεψαν τις ιερές προτάσεις συλλογισμών σε συνείδηση και έπεισαν διαρκώς αυξανόμενους αριθμούς ανθρώπων ότι οι προτάσεις αυτές ήταν αστήρικτες, (πράγμα που σήμαινε σε οικονομικούς όρους ότι είχε εξαντληθεί η δυνατότητά τους να υποστηρίζουν μέλη της αστικής υπο-σειράς κοινωνικο-οικονομικά). Ο Καθολικός κλήρος και η αριστοκρατία άρχισαν να απογυμνώνονται από τη δύναμή τους καθώς το θρησκευτικό παράδειγμα του φεουδαρχισμού υποτάχθηκε στην περισσότερο ακτιβιστική λογική της Προτεσταντικής μεταρρύθμισης. Ακόμη και στη Γαλλία, όπου ο καθολικισμός υπερίσχυσε της Προτεσταντικής αίρεσης, το έπραξε με την ενσωμάτωση των αξιωμάτων της ελεύθερης σκέψης στην βιομηχανική μπουρζουαζία (αστική τάξη).
Με λίγα λόγια, αναγνωρίζοντας ότι το «εμπειρικό πρόδηλο» σε αυτή την περίπτωση σημαίνει την αναγνώριση ότι η θρησκευτική Απολυτότητα ήταν η διανοητική έκφραση (απεικόνισις στη μορφή των ιδεών), του φεουδαρχικού κόσμου: μία μεταφυσική και επιστημολογία που εξακολουθεί να υπάρχει στην Ινδονησία, στην Σαουδική Αραβία, στο Ιράν, και σε άλλες προ-βιομηχανικές περιοχές της Ασίας και της Μέσης Ανατολής, σήμερα.
Όμως, ενώ η βιομηχανική αστική τάξη απέσπασε τον έλεγχο από τη φεουδαρχική αριστοκρατία, χρησιμοποίησε τον Προτεσταντισμό για να πολεμήσει τη φεουδαρχική λογική, προτρέποντας την υιοθέτηση περισσότερο εμπειρικών ή αντικειμενικής ουδετερότητας δογμάτων της πίστης. Η επαναστατική ελίτ της αστικής τάξης ισχυρίστηκε ότι τα επίγεια συμβάντα έχουν μια επίγεια αντικειμενικότητα και ανακαλύφθηκαν μάλλον μέσα από τη λογική, και όχι από τη θρησκευτική υποταγή. Βρήκαν επιβεβαίωσή των θέσεων τους στη Βίβλο, επιμένοντας ότι η εμπειρική προσέγγισή τους στην πραγματικότητα δεν ήταν μόνο λογική αλλά περισσότερο σύμφωνη με τις οδηγίες του Θεού.
Όταν το φεουδαρχικό σύστημα της Γαλλίας έχασε την βιωσιμότητά του, η αριστοκρατία των γαιοκτημόνων, για των οποίων η διατήρηση του φεουδαρχισμού ήταν ζωτικής σημασίας για την διατήρηση της κοινωνικο-οικονομική τους κατάστασης, επιτέθηκε κατά των προτεστανών του καπιταλιστικού-συστήματως, που η αρχή της Καθολική Εκκλησία την απόρριψε, θεωρήθικε από τους φεουδάρχες καθαρά «σατανική».
Το 1521 το Κοινοβούλιο του Παρισιού, με την έγκριση του βασιλιά, απαγόρευσε τη δημοσίευση των Λουθηριανικών φιλλάδιων που προέρχονταν από τη Γερμανία… Η θεολογική σχολή του Παρισιού εκπόνησε ένα σχέδιο για την πρόληψη της εξάπλωσης τέτοιων λαθών. Το σχέδιο υπαγόρευαι ότι τα αιρετικά βιβλία πρέπει να απαγορεύονται και ότι οι επίσκοποι πρέπει να παροτρύνονται να αναζητούν τέτοια έργα στις επισκοπές τους και να τα καταστρέφουν. Μια δεκαετία αργότερα, οι Γάλλοι οι οποίοι αμφισβήτησαν ανοιχτά την φεουδαρχική Εκκλησία. Είτε προφορικώς είτε γραπτώς, είχαν τεθεί σε θάνατο. Είκοσι τέσσερις παριζιάνοι «αιρετικοί» κάηκαν το 1534 και μόνο.
‘Οπως εξήγησα και αλλού, μέσω της ίδιας διατήρησης/συντήρητικής διαδικασίας που ήταν τα φεουδαρχικά συστήματα, έτσι και με τη σειρά τους διαδέχθηκαν τα ιεραρχικώς δομημένα οικονομικο-βιομηχανικο-ελιτ(καπιταλιστικά) συστήματα, τα οποία δημιουργήθηκαν, και συνεχίζουν να χρησιμοποιούν την δική τους Πνευματική Πεμπτουσία(ιδεολογία) για την διαιώνισή τους.
Που μας φέρνει στο βασικό μας ερώτημα:
Αν η Θρησκευτική Απολυτότητα ήταν η Πνευματική Πεμπτουσία της φεουδαρχίας, τότε ποιά είναι η Πνευματική Πεμπτουσία του καπιταλιστικού παραγωγικού-διανομικού συστήματος; Δηλαδή, ποιά είναι η εσωτερικευμένη αντίληψη με την οποία οι καπιταλιστικές κοινωνίες αντανακλαστικώς δικαιολογούν και διευθύνουν την διατήρηση αυτού του συστήματος, λεπτό με λεπτό, μέρα με τη μέρα, χρόνο με το χρόνο;
Φυσικά, είναι η Επιστημονική Απολυτότητα. Το φιλοσοφικό παράδειγμα που προωθεί με τόσο ενθουσιασμό ο Καθολοκισμός.
Εν ολοίγοις, για να διατηρήσουν οι καπιταλιστές την οικονομική-πολιτική-κοινωνική τους θέση ήταν απαραίτητο να δημιουργήσουν και να εσωτερικεύσουν μια κοσμική Πεμπτουσία η οποία αιτιολογούσε και κατεύθυνε την επαναστατική διάλυση του φεουδαρχικού συστήματος, και αντ’ αυτού, και την δημιουργία/διατήρηση ενώς ιεραρχικώς δομημένου οικονομικό-βιομηχανικό-ελίτ συστήματος.
Τώρα, εάν κανείς είναι εμπειρικός επιστήμονας, ο ποίος εστιάζει την προσοχή του στο τι οι άνθρωποι ΚΑΝΟΥΝ, και όχι στι τι ΛΕΝΕ, τότε είναι προφανές ότι για τις κοινωνίες του βιομηχανικού-ελίτ, σε όλο τον κόσμο, η Επιστημονική Απολυτότητα είναι η Πνευματική Πεμπτουσία.
Με το που έγιναν οι γεωργικές-ελίτ (φεουδαρχικές) κοινωνίες οικονομικές/βιομηχανικές-ελίτ (καπιταλιστικές), η καθολική εκκλησία αντικαταστάθηκε από το πανεπιστήμιο, παντού, ο καθολικός ιερέας αντικαταστάθηκε από τον καθηγητή, μιά αλλαγή συχνά ξαφνική κα εντυπωσιακή.
Πριν από τον Αμερικανικό Εμφύλιο Πόλεμο, ο πρόεδρος του σχεδόν κάθε μεγάλου κολλεγίου και πανεπιστημίου ήταν «θεολόγος» ο ποίος έβλεπε τον κόσμο μέσα από το πρίσμα της Θρησκευτικής Απολυτότητας. Μόνο μια δεκαετία μετά τον πόλεμο, οι διευθυντές των πιο μεγάλων ιδρυμάτων της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης ήταν επιστήμονες η επιχειρηματίες με προοπτικές Επιστημονικής Απολυτότητας.
Αλλά οι καπιταλιστικές κοινωνίες δεν επρόκειται να γίνουν ισονομικές, που οι εργάτες και οι φτωχοί να αποφασίζουν τι ίσχυε για τους εαυτούς τους. ‘Οπως η φεουδαρχική «εκκλησία» και οι «θεολόγοι» της πριν από αυτούς, έτσι και τα καπιταλιστικά πανεπιστήμια και οι καθηγητές θα «διαβιβάσουν την αλήθεια» στις μάζες. Αντίθετα από τους ιερείς, ωστόσο, οι καθηγητές ανακάλυψαν τις καπιταλιστικές-συντηριτικές αλήθειες τους δια μέσου αυτού που ειλικρινά πίστευαν ότι ήταν μια «αμερόληπτη και αντικειμενική έρευνα,» παρά μέσω της θεολογίας.
Συμπερασματικά, εμπειρικοί επιστήμονες, δηλώνουν ότι τα πανεπιστήμια των καπιταλιστικών χωρών έχουν υπερασπιστεί, και υπερασπίζονται, την Επιστημονική Απολυτότητα εναντίον του σχετικισμού με μια επιθετικότητα ίση με εκείνη του 18ου αιώνα, όπου οι Καθολικοί προστάτευαν την φεουδαρχική λογική.
Νικόλαος Λ. Μωραίτης, BA., M.A., Ph.D.
Διεθνείς Σχέσεις, Παγκόσμια Πολιτική,
Συγκριτική Πολιτική, Εξωτερική Πολιτική των Η.Π.Α.
Πανεπιστήμιο Καλιφόρνιας.